18 Ιούν Ευρώπη, Αμερική και Αφρική συναντιούνται στην Citronne Gallery, στον αγαπημένο μου Πόρο
Ο Πόρος είναι από τους κοντινούς προορισμούς και μία εύκολη επιλογή για όσους αγαπάνε τις μικρές εξορμήσεις από την Αθήνα. Για μένα, είναι και από τα αγαπημένα μου μέρη. Απλός και διακριτικά γοητευτικός, με μία ξεγνοιασιά περασμένης εποχής και με μία ιστορία που την ανακαλύπτεις. Ήταν προσφιλή μέρος αναψυχής και ανάπαυσης για τον Γιώργο Σεφέρη και τον Γιώργο Θεοτοκά, τους ξεχωριστούς λογοτέχνες της γενιάς του Μεσοπολέμου.
Ο Πόρος είναι από τα μέρη που «ομορφαίνουν» με τα χρόνια ώστε τα τελευταία χρόνια να έχει γίνει όχι μόνο αρκετά δημοφιλής προορισμός αλλά και τόπος συνάντησης για όσους αγαπούν την τέχνη χάρη στην γκαλερί Citronne που άνοιξε το καλοκαίρι του 2006 η ιστορικό τέχνης Δρ. Τατιάνα Σπινάρη- Πολλάλη και στεγάζεται σε ένα πανέμορφο παραδοσιακό κτίσμα του περασμένου αιώνα. Από εκείνο το καλοκαίρι -και κάθε καλοκαίρι- η γκαλερί έχει διοργανώσει περισσότερες από πενήντα εκθέσεις που προκαλούν το ενδιαφέρον, μερικές σε συνεργασία με μουσεία και οργανισμούς, επιδιώκοντας να συνθέσει την τοπική (local) και τη διεθνή (global) καλλιτεχνική σκηνή, το «glocal» (https://citronne.com/)
Εγγύτητες και Αποστάσεις
Με αυτό τον τίτλο για τη θεματική, ομαδική της έκθεση, εγκαινιάζει την καλοκαιρινή περίοδο η γκαλερί Citronne. Μία έκθεση με έργα δώδεκα καλλιτεχνών που προέρχονται από τρεις ηπείρους, καλώντας τους να διαλογιστούν πάνω σε θέματα ταυτότητας και συλλογικότητας. Τα έργα, τα οποία εκτείνονται από τη ζωγραφική έως τη φωτογραφία και τις εγκαταστάσεις, ο επισκέπτης παρατηρεί την «τοπική» οπτική. Ο Τσιντεράχ Μποσάχ από την Νιγηρία, συμμετέχει με δύο γυναικεία πορτρέτα σε απαλές αποχρώσεις που παραπέμπουν στους καθημερινούς αγώνες της Νιγηριανής νεολαίας. Ο Εμπενέζ Νάνα Μπρους, ο Κουακού Γαρό και ο Κουράζ Χουνκέ είναι από την Γκάνα. Ο πρώτος εστιάζεται στην γυναικεία προσωπογραφία με δύο έργα εντυπωσιακών φωτεινών χρωμάτων. Ο δεύτερος αμφισβητεί τις πρακτικές της γρήγορης μόδας με συνέπεια τις υπέρογκες ποσότητες αποβλήτων και καταφεύγει στην ανακύκλωση και επανάχρηση υλικών, ενώ ο τρίτος μέσα από τα πορτρέτα του προσπαθεί να ευαισθητοποιήσει την παγκόσμια κοινότητα γύρω από το φαινόμενο της μαζικής καταπίεσης οπού κάθε απόκλιση από την κοινωνική φόρμα στιγματίζεται ως μαγεία. Ο Σεντρίκ Κουαμέ από την Ακτή Ελαφαντοστού συλλέγει και επεξεργάζεται φωτογραφίες εποχής προκειμένου να δώσει υλική υπόσταση στο πέρασμα του χρόνου. Με τη φωτογραφία ασχολείται επίσης Ντεσσισλάβα Τερζιλέβα από την Αμερική οπού μέσα από τα έργα της συνδυάζει εικόνες από τη βουλγαρική γενέτειρα της. Από την Ελλάδα θα δείτε τα υβριδικά κολάζ της Λελλέ Δεμερτζή εμπνευσμένα από την ελληνική μυθολογία, ο Αντώνης Βολανάκης παρουσιάζει ένα γλυπτό σε μορφή ξύλινης βαλίτσας που συμβολίζει την κινητικότητα των νομάδων, η Νικόλ Οικονομίδου εξερευνά τους χώρους της διπλής (ελληνικής και αμερικανικής) υπηκοότητας της υποδηλώνοντας μέσα από το έργο της ότι η ταυτότητα κατοικεί στον ενδιάμεσο χώρο του μη-ανήκειν. Ο Πάνος Χαραλάμπους τυπώνει γράμματα, αριθμούς, ημερομηνίες και ονόματα σε φύλλα καπνού για να αντιπαραβάλλει την εργασία των ντόπιων καπνοκαλλιεργητών, ο Πάνος Φαμέλης σε μία ευτελή ξύλινη επιφάνεια μεταφοράς εμπορευμάτων μετουσιώνει τη γλώσσα σε εικόνα και ο Αλέκος Κυραρίνης εμπνευσμένος από την βυζαντινή εικονογραφία παρουσιάζει μία τραπεζοειδή μαρμάρινη στήλη οπού συνυπάρχουν η ιστορία, η παράδοση, η εικονογράφηση, το φυσικό και το μεταφυσικό.
Μία πολλαπλή ανάγνωση του κόσμου
Οι ήπειροι είναι διακριτές, ενοποιούνται όμως στο πλαίσιο στης τέχνης. Όπως λέει και η Λελλέ Δεμερτζή, που έχει επιμεληθεί την έκθεση, «η έκθεση δίνει έμφαση στα σημεία συνάντησης της συλλογικής εμπειρίας και τιμά τις αποκλίσεις και τις διαφοροποιήσεις μεταξύ πολιτισμών, γεωγραφικών θέσεων, ατομικοτήτων και καλλιτεχνικών προσεγγίσεων». «Η συνύπαρξη των έργων αυτών δεν δημιουργεί αναγκαστικά κάποια σύνθεση», συμπληρώνει η Τατιάνα Σπινάρη- Πολλάλη. «Δημιουργεί όμως την έντονη και σαφή εντύπωση ενός κόσμου οπού το εικαστικό βλέμμα έχει τα περιθώρια και την δύναμη να συνθέτει το σήμερα, χωρίς να προδίδει το χθες, να ενοποιεί το χώρο, χωρίς να καταργεί τον χαρακτήρα του.
Διάρκεια έκθεσης μέχρι τις 18 Ιουλίου